Kratka στα ελληνικά

Μετάφραση: kratka, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κενό, ανακόπτω, λευκός, αναχαιτίζω, άγραφος, άγραφτος, καρέ, σχάρα, πλέγμα, δίχτυ, σταματώ, κάγκελα, δίκτυο, δικτύου, πλέγματος, του δικτύου
Kratka στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • autożyro στα ελληνικά - γυροπλάνο, γυροπλάνου
  • chełpienie στα ελληνικά - κορδόνομαι, αλαζονεύομαι, swagger, έπαρση, κομπάζω
  • decentralizować στα ελληνικά - αποκεντρώσει, αποκέντρωση, την αποκέντρωση, αποκέντρωση της, αποκέντρωση των
Τυχαίες λέξεις
Kratka στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κενό, ανακόπτω, λευκός, αναχαιτίζω, άγραφος, άγραφτος, καρέ, σχάρα, πλέγμα, δίχτυ, σταματώ, κάγκελα, δίκτυο, δικτύου, πλέγματος, του δικτύου