Kredytodawca στα ελληνικά
Μετάφραση: kredytodawca, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιστωτής, τοκογλύφος, δανειστής, πιστωτή, δανειστή, πιστωτικός φορέας
![Kredytodawca στα ελληνικά Kredytodawca στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-pl-gr-12071.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- apatyczny στα ελληνικά - μουδιασμένος, ναρκωμένος, απαθής, χαύνος, αδιάφορος, χαλαρός, νωθρή, ...
- autokorelacja στα ελληνικά - αυτοσυσχέτισης, αυτοσυσχέτιση, αυτοσυσχετίσεως, αυτοσυσχετισμού, της αυτοσυσχέτισης
- domyślność στα ελληνικά - διείσδυση, διείσδυσης, τη διείσδυση, η διείσδυση, της διείσδυσης
- dzieciątko στα ελληνικά - μωρό, βρέφος, γκόμενα, μωρού, το μωρό, μωρών, του μωρού
Τυχαίες λέξεις
Kredytodawca στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιστωτής, τοκογλύφος, δανειστής, πιστωτή, δανειστή, πιστωτικός φορέας
Μεταφράσεις: πιστωτής, τοκογλύφος, δανειστής, πιστωτή, δανειστή, πιστωτικός φορέας