Kredytodawca στα ελληνικά

Μετάφραση: kredytodawca, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιστωτής, τοκογλύφος, δανειστής, πιστωτή, δανειστή, πιστωτικός φορέας
Kredytodawca στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • apatyczny στα ελληνικά - μουδιασμένος, ναρκωμένος, απαθής, χαύνος, αδιάφορος, χαλαρός, νωθρή, ...
  • autokorelacja στα ελληνικά - αυτοσυσχέτισης, αυτοσυσχέτιση, αυτοσυσχετίσεως, αυτοσυσχετισμού, της αυτοσυσχέτισης
  • domyślność στα ελληνικά - διείσδυση, διείσδυσης, τη διείσδυση, η διείσδυση, της διείσδυσης
  • dzieciątko στα ελληνικά - μωρό, βρέφος, γκόμενα, μωρού, το μωρό, μωρών, του μωρού
Τυχαίες λέξεις
Kredytodawca στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιστωτής, τοκογλύφος, δανειστής, πιστωτή, δανειστή, πιστωτικός φορέας