Τοκογλύφος στα πολωνικά

Μετάφραση: τοκογλύφος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
lichwiarz, pożyczkodawca, kredytodawca, lichwiarza, lichwiarzem
Τοκογλύφος στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τοκογλύφος

ο τοκογλύφος, τοκογλύφοσ μετάφραση στα αγγλικά, τοκογλύφος ετυμολογία, μακρυγιάννης τοκογλύφος, τοκογλύφος στα αγγλικά, τοκογλύφος λεξικό γλώσσας πολωνικά, τοκογλύφος στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • τοιχογραφία στα πολωνικά - fresk, ścienny, mural, ścienne, cienne
  • τοκετός στα πολωνικά - poród, porodu, porodem, porodzie, childbirth
  • τολμηρός στα πολωνικά - junacki, awanturniczy, odważny, zuchowaty, ryzykowny, dziarski, ozdobny, ...
  • τολμώ στα πολωνικά - przedsięwzięcie, odważyć, narażać, ryzykować, spekulacja, ryzyko, zaryzykować, ...
Τυχαίες λέξεις
Τοκογλύφος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: lichwiarz, pożyczkodawca, kredytodawca, lichwiarza, lichwiarzem