Kruszenie στα ελληνικά
Μετάφραση: kruszenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συντριπτικός, σύνθλιψη, σύνθλιψης, συντριβή, θραύση, θραύσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cewnikowanie στα ελληνικά - καθετηριασμό, καθετηριασμός, καθετηριασμού, τον καθετηριασμό, καθετηριασμούς
- gramatyczny στα ελληνικά - γραμματική, γραμματικές, γραμματικά, γραμματικών, της γραμματικής
- grupa στα ελληνικά - όμιλος, σώμα, τσαμπί, σύμπλεγμα, φωλιάζω, δέσμη, συρρέω, ...
- inny στα ελληνικά - άλλος, νέος, καινούριος, διαφορετικός, άλλα, άλλες, άλλων, ...
Τυχαίες λέξεις
Kruszenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συντριπτικός, σύνθλιψη, σύνθλιψης, συντριβή, θραύση, θραύσης
Μεταφράσεις: συντριπτικός, σύνθλιψη, σύνθλιψης, συντριβή, θραύση, θραύσης