Landrynkowy στα ελληνικά

Μετάφραση: landrynkowy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γλυκός, καραμέλα, μαλλί της γριάς, γριάς, της γριάς, το μαλλί της γριάς, μαλλιού της γριάς
Landrynkowy στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adresować στα ελληνικά - διεύθυνση, απευθύνω, τη διεύθυνση, η διεύθυνση, διεύθυνσης, διευθυνση
  • ckliwość στα ελληνικά - λίπος, slush, λάσπη χιονιού, μισολειωμένο, μισολειωμένο προϊόν
  • epiczny στα ελληνικά - επικός, έπος, επική, επικό, επικές, επικά
Τυχαίες λέξεις
Landrynkowy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γλυκός, καραμέλα, μαλλί της γριάς, γριάς, της γριάς, το μαλλί της γριάς, μαλλιού της γριάς