Lekceważenie στα ελληνικά
Μετάφραση: lekceważenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ασέβεια, προσβάλλω, μικρός, περιφρόνηση, αμέλεια, περιφρονώ, θίγω, άγνοια, ελαφρύς, αμελώ, καταφρόνια, παραγνωρίζω, παραμέληση, παραμέλησης, αμέλειας, εγκατάλειψης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- busz στα ελληνικά - τρίβω, χαμόδεντρα, ρουμάνι, θάμνοι, θάμνος, Μπους, θάμνο, ...
- cytować στα ελληνικά - μνημονεύω, παραθέτω, αναφέρω, καθορίζω, απόσπασμα, quote, παράθεση, ...
- dziesiątkowanie στα ελληνικά - αποδεκάτιση, αποδεκάτισμα, δεκαδικοποίησης, αποδεκάτισης, αποδεκατισμό
- gratulować στα ελληνικά - φιλοφρόνηση, συγχαίρω, συγχαρώ, συγχαρούμε, συγχαρώ τον, συγχαρώ την
Τυχαίες λέξεις
Lekceważenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ασέβεια, προσβάλλω, μικρός, περιφρόνηση, αμέλεια, περιφρονώ, θίγω, άγνοια, ελαφρύς, αμελώ, καταφρόνια, παραγνωρίζω, παραμέληση, παραμέλησης, αμέλειας, εγκατάλειψης
Μεταφράσεις: ασέβεια, προσβάλλω, μικρός, περιφρόνηση, αμέλεια, περιφρονώ, θίγω, άγνοια, ελαφρύς, αμελώ, καταφρόνια, παραγνωρίζω, παραμέληση, παραμέλησης, αμέλειας, εγκατάλειψης