Ludzik στα ελληνικά

Μετάφραση: ludzik, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επανδρώνω, άνθρωπος, άνδρας, τύπος, τύπο, ο τύπος, άντρας
Ludzik στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • akademik στα ελληνικά - ξενώνας, ακαδημαϊκός, κοιτώνα, κοιτώνες, κοιτώνας, σε κοιτώνες
  • chromowanie στα ελληνικά - χρώμιο, Chrome, χρωμίου, το Chrome, του Chrome
  • fantastyczny στα ελληνικά - γουστάρω, απίθανος, φανταστικός, γραφικός, παράξενος, υπέροχος, λαμπερός, ...
  • fosforanowy στα ελληνικά - φωσφορικό άλας, Φωσφορικό, φωσφορικών, Phosphate, Φωσφορικού
Τυχαίες λέξεις
Ludzik στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επανδρώνω, άνθρωπος, άνδρας, τύπος, τύπο, ο τύπος, άντρας