Majątek στα ελληνικά
Μετάφραση: majątek, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λεφτά, ευτυχία, περιουσία, σπίτι, κτήμα, ακίνητο, ουσία, ιδιοκτησία, ιδιότητα, ιδιοκτησίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ciurkać στα ελληνικά - μικροποσότητα, σταλάζω, στάζω, στάλα, ρυάκι, σταλαγματιές, trickle, ...
- dozowanie στα ελληνικά - δοσολογία, δόση, δοσολογίας, δόσης, δόσεως
- firma στα ελληνικά - παρέα, ίδρυση, οίκος, επιχείρηση, υπόθεση, σταθερός, δουλειές, ...
- heliotrop στα ελληνικά - ηλιοτρόπιο, ηλιοτροπίου, ηλιοτρόπιου, ηλιοτροπίου που, το ηλιοτρόπιο
Τυχαίες λέξεις
Majątek στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λεφτά, ευτυχία, περιουσία, σπίτι, κτήμα, ακίνητο, ουσία, ιδιοκτησία, ιδιότητα, ιδιοκτησίας
Μεταφράσεις: λεφτά, ευτυχία, περιουσία, σπίτι, κτήμα, ακίνητο, ουσία, ιδιοκτησία, ιδιότητα, ιδιοκτησίας