Mieszczuch στα ελληνικά

Μετάφραση: mieszczuch, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αστός, συμπολίτης, αστού, κάτοικος πόλης και, κάτοικος πόλης
Mieszczuch στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • apatyczny στα ελληνικά - μουδιασμένος, ναρκωμένος, απαθής, χαύνος, αδιάφορος, χαλαρός, νωθρή, ...
  • bezpośredniość στα ελληνικά - αμεσότητα, ευθύτητα, αμεσότητας, την αμεσότητα, η αμεσότητα
  • chrobot στα ελληνικά - ενοχλητικός, κιγκλίδωμα, τρίψιμο, το τρίψιμο, εσχάρα, σχάρας
  • głośny στα ελληνικά - ευδιάκριτος, διακεκριμένος, περιβόητος, διαπρεπής, αποχαιρετισμός, διαβόητος, ηχηρός, ...
Τυχαίες λέξεις
Mieszczuch στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αστός, συμπολίτης, αστού, κάτοικος πόλης και, κάτοικος πόλης