Mordować στα ελληνικά

Μετάφραση: mordować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δολοφονώ, χασάπης, κρεοπώλης, φόνος, σφάζω, σκοτώνω, δολοφονία, φόνο, δολοφονίας, τη δολοφονία, δολοφονίες
Mordować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dewastator στα ελληνικά - Devastator
  • dwusieczna στα ελληνικά - διαχωριστική γραμμή, διχοτόμος, διαχωριστική, διχοτόμο, bisector
  • idealizm στα ελληνικά - ιδεαλισμός, ιδεαλισμό, ιδεαλισμού, τον ιδεαλισμό, ο ιδεαλισμός
Τυχαίες λέξεις
Mordować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δολοφονώ, χασάπης, κρεοπώλης, φόνος, σφάζω, σκοτώνω, δολοφονία, φόνο, δολοφονίας, τη δολοφονία, δολοφονίες