Na στα ελληνικά

Μετάφραση: na, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατά, ανά, σε, από, για, εναντίον, πάνω, κάθε, τελείωσε, δια, επί, σχετικά
Na στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • autogeniczny στα ελληνικά - αυτογενής, αυτογενή, αυτογενούς, αυτογενές, αυτόγονο
  • benzyna στα ελληνικά - αέριο, βενζίνη, βενζίνης, της βενζίνης, τη βενζίνη, η βενζίνη
  • cielesność στα ελληνικά - ασέλγεια, σαρκικότητα
  • fanatyzm στα ελληνικά - φανατισμός, φανατισμό, φανατισμού, τον φανατισμό, του φανατισμού
Τυχαίες λέξεις
Na στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατά, ανά, σε, από, για, εναντίον, πάνω, κάθε, τελείωσε, δια, επί, σχετικά