Nagrzewać στα ελληνικά
Μετάφραση: nagrzewać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζεσταίνω, θερμαίνω, ζεστός, ζέστη, καυτό, καυτός, ζεστό, ζεστού, θερμό
Μεταφράσεις
- cukrzyca στα ελληνικά - διαβήτης, διαβήτη, σακχαρώδη διαβήτη, του διαβήτη, ο διαβήτης
- domyślać στα ελληνικά - θεσπέσιος, μαντεύω, υποθέτω, θεϊκός, υποτίθεται, εικασία, ύποπτος, ...
- drukowalny στα ελληνικά - εκτυπώσιμος, εκτυπώσιμη, printable, εκτυπώσιμο, την εκτυπώσιμη
- flama στα ελληνικά - πολτός, πολτού, πουρέ, γλεύκους, mash
Τυχαίες λέξεις
Nagrzewać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζεσταίνω, θερμαίνω, ζεστός, ζέστη, καυτό, καυτός, ζεστό, ζεστού, θερμό
Μεταφράσεις: ζεσταίνω, θερμαίνω, ζεστός, ζέστη, καυτό, καυτός, ζεστό, ζεστού, θερμό