Nakryć στα ελληνικά

Μετάφραση: nakryć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στρώνω, ξαπλώνω, κοσμικός, κάλυμμα, κάλυψη, εξώφυλλο, καλύμματος, κάλυψης
Nakryć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dawno στα ελληνικά - μεγάλος, μακρύς, προ πολλού, καιρό πριν, πολύ καιρό πριν, εδώ και πολύ καιρό, εδώ και καιρό
  • eksperymentalnie στα ελληνικά - πειραματικά, πειραματικώς, πειραματική, πειραματικό
  • epruwetka στα ελληνικά - δοκιμαστικό σωλήνα, δοκιμαστικών σωλήνων, δοκιμαστικού σωλήνα, δοκιμαστικού σωλήνος, δοκιμαστικός σωλήνας
  • fircykowaty στα ελληνικά - foppish
Τυχαίες λέξεις
Nakryć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στρώνω, ξαπλώνω, κοσμικός, κάλυμμα, κάλυψη, εξώφυλλο, καλύμματος, κάλυψης