Napełnić στα ελληνικά

Μετάφραση: napełnić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ικανοποιώ, αναπληρώ, χορταίνω, ανεφοδιάζω, γεμίζω, γέμισμα, Συμπληρώστε, Γεμίστε, συμπληρώσετε, γεμίσει
Napełnić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bajer στα ελληνικά - Bajer ο, Bajer για, Bajer ο οποίος, Bajer για τις
  • eksternistyczny στα ελληνικά - εκτός των τειχών, εξωσχολικού, τειχών, εκτός των τειχών της, εξωτοιχωματικής
  • fantastyka στα ελληνικά - φαντασία, φανταστικός, φανταστικό, φανταστική, καταπληκτικό, φανταστικές
  • geomagnetyczny στα ελληνικά - γεωμαγνητικός, γεωμαγνητική, γεωμαγνητικές, γεωμαγνητικό, γεωμαγνητικού
Τυχαίες λέξεις
Napełnić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ικανοποιώ, αναπληρώ, χορταίνω, ανεφοδιάζω, γεμίζω, γέμισμα, Συμπληρώστε, Γεμίστε, συμπληρώσετε, γεμίσει