Nastraszyć στα ελληνικά

Μετάφραση: nastraszyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρομάζω, φοβίζω, εκφοβίζω, φόβος, τρομάξει, τρόμου, εκφοβισμού, πανικό
Nastraszyć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • akustyczny στα ελληνικά - ηχητικός, ακουστικός, γερός, φωνή, ηχηρός, ήχος, ακουστική, ...
  • biskwit στα ελληνικά - μπισκότο, μπισκότου, μπισκότων, μπισκότα, μπισκοτοποιίας
  • deprecjacja στα ελληνικά - υποτίμηση, απόσβεση, απόσβεσης, αποσβέσεις, αποσβέσεων, απαξίωση
  • fotoprzewodnik στα ελληνικά - φωτοαγωγού, φωτοαγωγό, του φωτοαγωγού, φωτοαγωγό για, φωτοαγωγού που
Τυχαίες λέξεις
Nastraszyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρομάζω, φοβίζω, εκφοβίζω, φόβος, τρομάξει, τρόμου, εκφοβισμού, πανικό