Niekompetentny στα ελληνικά

Μετάφραση: niekompetentny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδέξιος, ανίκανος, αναρμόδιος, ανίκανοι, ανίκανη, ανίκανους
Niekompetentny στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aklamować στα ελληνικά - επικροτώ, επιδοκιμάζω, επευφημώ, αναγνώριση, acclaim, επευφημίες
  • analityczny στα ελληνικά - αναλυτικός, αναλυτική, αναλυτικές, ανάλυσης, αναλυτικών
  • awionetka στα ελληνικά - αεροπλάνο, αεροπλάνου, του αεροπλάνου, αεροπλάνων
  • inercjalny στα ελληνικά - αδρανειακά, αδρανειακό, αδρανειακή, αδρανειακής, αδρανειακών
Τυχαίες λέξεις
Niekompetentny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδέξιος, ανίκανος, αναρμόδιος, ανίκανοι, ανίκανη, ανίκανους