Nieuzbrojony στα ελληνικά

Μετάφραση: nieuzbrojony, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αφοπλισμένος, άοπλος, άοπλοι, άοπλων, άοπλη, άοπλους
Nieuzbrojony στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • autostop στα ελληνικά - ρισκάρω, διακυβεύω, ριψοκινδυνεύω, ωτοστόπ
  • bakteryjny στα ελληνικά - βακτηριακός, βακτηριακή, βακτηριακών, βακτηριακής, βακτηριακά
  • deflacyjny στα ελληνικά - αποπληθωρισμός, αποπληθωριστικές, αποπληθωριστική, αποπληθωρισμού, αντιπληθωριστικές, αποπληθωριστικών
  • doprowadzanie στα ελληνικά - προμήθεια, εφοδιασμού, παροχή, προσφοράς, προμήθειας
Τυχαίες λέξεις
Nieuzbrojony στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αφοπλισμένος, άοπλος, άοπλοι, άοπλων, άοπλη, άοπλους