Niewystarczalność στα ελληνικά

Μετάφραση: niewystarczalność, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανεπάρκεια, ανισότητα, ανεπάρκειας, ανεπάρκεια που
Niewystarczalność στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adresowalny στα ελληνικά - προσπελάσιμη, κατευθυνομένων, addressable, Διευθυνσιοδοτημένοι, διευθυνσιοδοτούμενους
  • antytoksyna στα ελληνικά - αντιτοξίνη, αντιτοξίνης, αντιτοξίνη ή, της αντιτοξίνης, αντιτοξίνη ως
  • bodnia στα ελληνικά - -swinging
  • gniewliwy στα ελληνικά - ευέξαπτος, οξύθυμος, ευερέθιστου, του ευερέθιστου, ευερέθιστος, ευερέθιστο
Τυχαίες λέξεις
Niewystarczalność στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανεπάρκεια, ανισότητα, ανεπάρκειας, ανεπάρκεια που