Obcowanie στα ελληνικά

Μετάφραση: obcowanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συντροφιά, συνουσία, επαφή, σεξουαλική επαφή, συνουσίας, τη συνουσία
Obcowanie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • często στα ελληνικά - συχνά, συνήθως, φορές, πολλές φορές
  • dogadzanie στα ελληνικά - μακροθυμία, επιείκεια, ευχάριστος, ευχάριστο, ευχάριστη, παρακαλώντας, ευχάριστα
  • dziękczynienie στα ελληνικά - ευχαριστία, δοξολογία, ημέρα των ευχαριστιών, ευχαριστήρια, την ημέρα των ευχαριστιών
  • intonować στα ελληνικά - άσμα, ψαλμωδία, άσματος, ασμάτων, σύνθημα
Τυχαίες λέξεις
Obcowanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συντροφιά, συνουσία, επαφή, σεξουαλική επαφή, συνουσίας, τη συνουσία