Συντροφιά στα πολωνικά

Μετάφραση: συντροφιά, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kompania, towarzystwo, koleżeństwo, obcowanie, koleżenstwo, towarzystwa
Συντροφιά στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συντροφιά

συντροφιά των εννέα, συντροφιά μου θέλω τους φτωχούς τους ταπεινούς κείνους που δεν ξέρουν παρά μόνο να μοχτούν, συντροφιά θησείου, συντροφιά με το χριστό, συντροφιά με τον αλμπέρ καμύ, συντροφιά λεξικό γλώσσας πολωνικά, συντροφιά στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • συντρίβω στα πολωνικά - pognębić, pogruchotać, mknąć, kraksa, trzask, oszałamiać, brawura, ...
  • συντριπτικός στα πολωνικά - zgniecenie, kruszenie, przygniecenie, zgniatanie, miażdżenie, gniecenie, ugniatanie, ...
  • συνυπάρχω στα πολωνικά - koegzystować, współistnieć, współżyć, współistnieją, współistnienie
  • συνωμοσία στα πολωνικά - sprzysiężenie, działka, knuć, fabuła, wykres, spiskować, parcela, ...
Τυχαίες λέξεις
Συντροφιά στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: kompania, towarzystwo, koleżeństwo, obcowanie, koleżenstwo, towarzystwa