Obielić στα ελληνικά

Μετάφραση: obielić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ασπρίζω, ασβεστώνω, ασβεστόνερο, ασβέστη, συγκάλυψη, κιμωλία
Obielić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anihilacja στα ελληνικά - εκμηδένιση, εξόντωση, αφανισμό, αφανισμού, εκμηδένισης
  • bezustanny στα ελληνικά - ασταμάτητος, συνεχής, αδιάφορος, αιώνιος, παντοτινός, συνεχή, συνεχούς, ...
  • cherubin στα ελληνικά - χερουβείμ, αγγελούδι, χερούβ, χερουβ, cherub
  • dźwiganie στα ελληνικά - ύψωση, ανάδειξη, ανύψωση, άρση, ανύψωσης, άρσης, ανυψώσεως
Τυχαίες λέξεις
Obielić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ασπρίζω, ασβεστώνω, ασβεστόνερο, ασβέστη, συγκάλυψη, κιμωλία