Ocucać στα ελληνικά
Μετάφραση: ocucać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναβιώνω, αναζωογονώ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- altowy στα ελληνικά - κοντράλτο, Alto, άλτο, Αΐίο, αλτο
- biatlonowy στα ελληνικά - Δίαθλο, Διάθλου, Biathlon, Μοτοσικλέτας, δίαθλου
- cmoknięcie στα ελληνικά - κακαρίζω, κακκαρίζω σαν κότα
- dziesiętno-ósemkowy στα ελληνικά - οκταδικό, οκταδική, octal, οκταδικών, οκταδικού
Τυχαίες λέξεις
Ocucać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναβιώνω, αναζωογονώ
Μεταφράσεις: αναβιώνω, αναζωογονώ