Odór στα ελληνικά
Μετάφραση: odór, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπόχα, μυρίζω, μυρωδιά, δυσωδία, οσμή, βρώμα, οσμής, όσφρησης, άρωμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- akademicki στα ελληνικά - κολεγιακός, ακαδημαϊκός, ακαδημαϊκό, ακαδημαϊκή, ακαδημαϊκών, ακαδημαϊκά
- alkaloid στα ελληνικά - αλκαλοειδές, αλκαλοειδούς, αλκαλοειδών, αλκαλοειδή, αλκαλοειδές που
- bakteriolog στα ελληνικά - μικροβιολόγος, βακτηριολόγος, βακτηριολόγο, μικροβιολόγο
- elektor στα ελληνικά - ψηφοφόρος, εκλέκτορας, εκλογέα, εκλογέας, ψηφοφόρου
Τυχαίες λέξεις
Odór στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπόχα, μυρίζω, μυρωδιά, δυσωδία, οσμή, βρώμα, οσμής, όσφρησης, άρωμα
Μεταφράσεις: μπόχα, μυρίζω, μυρωδιά, δυσωδία, οσμή, βρώμα, οσμής, όσφρησης, άρωμα