Odłączyć στα ελληνικά
Μετάφραση: odłączyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεχωριστός, αποκολλώ, διανέμω, ιδιαίτερος, χωρίζω, αποσυνδέω, χωριστός, αποσύνδεση, αποσύνδεσης, αποσυνδέστε, αποσυνδεθείτε, να αποσυνδεθείτε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- diabelski στα ελληνικά - σατανικός, διαβολικός, μόρτικος, διαβολική, διαβολικό
- gepard στα ελληνικά - τσίτα, γατόπαρδος, τσιτάχ, αιλουροειδές, cheetah
- halowy στα ελληνικά - εσωτερικός, αίθουσα, Hall, αίθουσας, Μέγαρο, χωλ
- homologiczny στα ελληνικά - ομόλογος, ομόλογο, ομόλογες, ομόλογη, ομόλογου
Τυχαίες λέξεις
Odłączyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεχωριστός, αποκολλώ, διανέμω, ιδιαίτερος, χωρίζω, αποσυνδέω, χωριστός, αποσύνδεση, αποσύνδεσης, αποσυνδέστε, αποσυνδεθείτε, να αποσυνδεθείτε
Μεταφράσεις: ξεχωριστός, αποκολλώ, διανέμω, ιδιαίτερος, χωρίζω, αποσυνδέω, χωριστός, αποσύνδεση, αποσύνδεσης, αποσυνδέστε, αποσυνδεθείτε, να αποσυνδεθείτε