Odcinać στα ελληνικά

Μετάφραση: odcinać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντίλογος, ανταπαντώ, μεταχειρίζομαι, κόβω, χειρίζομαι, κλαδεύω, χερούλι, αποκόβω, αποκοπεί, κόψει, διακόπτει, αποκομμένοι, αποκομμένη
Odcinać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bekon στα ελληνικά - μπέικον, μπέϊκον, το μπέικον, το μπέϊκον
  • geneza στα ελληνικά - γένεση, προέλευση, Genesis, Γένεσης, Γένεσις, τη γένεση
  • gramatyczny στα ελληνικά - γραμματική, γραμματικές, γραμματικά, γραμματικών, της γραμματικής
  • homoseksualny στα ελληνικά - εύθυμος, χαρούμενος, ομοφυλόφιλος, φαιδρός, ομοφυλόφιλων, ομοφυλοφιλική, ομοφυλοφιλικές, ...
Τυχαίες λέξεις
Odcinać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντίλογος, ανταπαντώ, μεταχειρίζομαι, κόβω, χειρίζομαι, κλαδεύω, χερούλι, αποκόβω, αποκοπεί, κόψει, διακόπτει, αποκομμένοι, αποκομμένη