Odpierać στα ελληνικά

Μετάφραση: odpierać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανταπαντώ, αναιρώ, παρεκκλίνω, θυρίδα, ανασκευάζω, αντικρούω, εκτρέπω, αντίλογος, να, για να, σε, για, με
Odpierać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • cholerny στα ελληνικά - κολασμένος, αιματηρός, δεκάρα, βλασφημία, καταραμένο, βλασφημίας, γαμώτο
  • czopek στα ελληνικά - υπόθετο, υπόθετου, υποθέτου, υποθέτων, υπόθετα
  • glikoza στα ελληνικά - γλυκόζη, γλυκόζης, της γλυκόζης, γλυκόζης στο, γλυκόζης του
  • hura στα ελληνικά - ζήτω, Ζήτω το, hooray, ουρά
Τυχαίες λέξεις
Odpierać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανταπαντώ, αναιρώ, παρεκκλίνω, θυρίδα, ανασκευάζω, αντικρούω, εκτρέπω, αντίλογος, να, για να, σε, για, με