Odpryskiwać στα ελληνικά

Μετάφραση: odpryskiwać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νιφάδα, ξεφλουδίζω, τσιπ μακριά
Odpryskiwać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • chichotanie στα ελληνικά - νευρικό γέλιο, χαζογελώ, κιχλίζω, giggle, γελάκι
  • dafnia στα ελληνικά - Daphnia, η Daphnia, σε Daphnia, τη Daphnia magna, της Daphnia
  • dopust στα ελληνικά - επίσκεψη, επιθεώρηση, μαστίζω, πληγή, επίσκεψης, επισκεψιμότητας, επισκέψεων, ...
  • efekciarstwo στα ελληνικά - αποτελεσματικότητα, αποδοτικότητα, μπούρδα, φλυαρίες, μεγαλόστομες, ανοησίες, κενολογίες
Τυχαίες λέξεις
Odpryskiwać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νιφάδα, ξεφλουδίζω, τσιπ μακριά