Ogłupić στα ελληνικά

Μετάφραση: ogłupić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποβλακώνω, ανόητος, ξεγελάσουν, ξεγελάσει, ξεγελάσουν τους, βλάκας
Ogłupić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ancymonek στα ελληνικά - παλιάνθρωπος, μπερμπάντης, slyboots
  • cnotliwość στα ελληνικά - αρετή, προτέρημα, φρονιμάδα, προσόν, αγνότητα, αγνότητας, την αγνότητα, ...
  • dyskwalifikacja στα ελληνικά - αποκλεισμό, αποκλεισμός, έκπτωση, έκπτωσης, απαγόρευση
  • herold στα ελληνικά - κήρυκας, κήρηξ, κηρύσσω, αγγέλλω, Herald, κήρυκα
Τυχαίες λέξεις
Ogłupić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποβλακώνω, ανόητος, ξεγελάσουν, ξεγελάσει, ξεγελάσουν τους, βλάκας