Określenie στα ελληνικά
Μετάφραση: określenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επωνυμία, ορισμός, διορία, όρος, διατυπώνω, τίτλος, τρίμηνο, αποφασιστικότητα, φράση, όρο, όρου, διάρκεια, διάρκειας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ameryka στα ελληνικά - Αμερική, Αμερικής, america, την Αμερική, Καραϊβικής
- anielski στα ελληνικά - αγγελικός, αγγελική, αγγελικό, αγγελικά, αγγελικές
- erotycznie στα ελληνικά - ερωτικά, ερωτικού, ερωτικό, ερωτικά τους, ερωτικά και της ρίχτηκε
- instalator στα ελληνικά - μηχανικός, μηχανεύομαι, εφαρμοστής, τεχνίτη, εφαρμοστή, καλύτερη φυσική κατάσταση, συναρμολογητής
Τυχαίες λέξεις
Określenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επωνυμία, ορισμός, διορία, όρος, διατυπώνω, τίτλος, τρίμηνο, αποφασιστικότητα, φράση, όρο, όρου, διάρκεια, διάρκειας
Μεταφράσεις: επωνυμία, ορισμός, διορία, όρος, διατυπώνω, τίτλος, τρίμηνο, αποφασιστικότητα, φράση, όρο, όρου, διάρκεια, διάρκειας