Osamotnienie στα ελληνικά
Μετάφραση: osamotnienie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μόνος, απομόνωση, μοναξιά, μοναχικός, αποστράτευση, απομόνωσης, την απομόνωση, μεμονωμένα, η απομόνωση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bojer στα ελληνικά - ιστιοπλοΐα στην άμμο
- emanacja στα ελληνικά - εκπόρευση, απόρροια, απορροή, η εκπόρευση, πηγάζει
- fechtmistrz στα ελληνικά - ξιφομάχος, ξιφομάχο, Ο ξιφομάχος, ξιφομάχου
- gościnny στα ελληνικά - επισκέπτης, φιλοξενούμενος, προσκεκλημένος, καλεσμένος, επισκεπτών
Τυχαίες λέξεις
Osamotnienie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μόνος, απομόνωση, μοναξιά, μοναχικός, αποστράτευση, απομόνωσης, την απομόνωση, μεμονωμένα, η απομόνωση
Μεταφράσεις: μόνος, απομόνωση, μοναξιά, μοναχικός, αποστράτευση, απομόνωσης, την απομόνωση, μεμονωμένα, η απομόνωση