Pęknięcie στα ελληνικά

Μετάφραση: pęknięcie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διχοτομία, ράγισμα, ξεσπώ, κάταγμα, θραύση, μοιράζω, ρωγμή, διαρροή, σκίζω, διαρρέω, θλάση, μοίρα, χάσμα, σπάζω, σχισμή, ξέσπασμα, ρωγμής, κρακ, ρωγμών, crack
Pęknięcie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bałwochwalstwo στα ελληνικά - ειδωλολατρεία, ειδωλολατρία, ειδωλολατρίας, την ειδωλολατρία, ειδωλολατρείας
  • czaszkowy στα ελληνικά - κρανιακός, κρανιακή, κρανιακών, κρανιακής, κρανιακές
  • ezoteryczny στα ελληνικά - εσωτερικός, εσωτερική, απόκρυφα, εσωτερικές, εσωτερικής
  • histiocyt στα ελληνικά - ιστιοκύτταρα
Τυχαίες λέξεις
Pęknięcie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διχοτομία, ράγισμα, ξεσπώ, κάταγμα, θραύση, μοιράζω, ρωγμή, διαρροή, σκίζω, διαρρέω, θλάση, μοίρα, χάσμα, σπάζω, σχισμή, ξέσπασμα, ρωγμής, κρακ, ρωγμών, crack