Pakować στα ελληνικά

Μετάφραση: pakować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τυλίγω, συσκευάζω, φυλάω, τράπουλα, πακέτο, κατακλύζω, συσκευασία, συσκευασίας, pack, το πακέτο
Pakować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • animować στα ελληνικά - έμψυχος, εμψυχώνω, ζωντανεύω, εμψυχώσει, κίνηση, έμψυχα, ζωντανεύουν, ...
  • farbowanie στα ελληνικά - βαφή, χρωστικός, χρωματισμού, χρωματισμό, χρωματισμός
  • hańbić στα ελληνικά - δυσμένεια, ατιμία, ντροπή, dishonor, την ατίμωση, ατιμίαν
  • interakcja στα ελληνικά - αλληλεπίδραση, αλληλεπίδρασης, την αλληλεπίδραση, η αλληλεπίδραση, της αλληλεπίδρασης
Τυχαίες λέξεις
Pakować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τυλίγω, συσκευάζω, φυλάω, τράπουλα, πακέτο, κατακλύζω, συσκευασία, συσκευασίας, pack, το πακέτο