Pchnięcie στα ελληνικά
Μετάφραση: pchnięcie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τράνταγμα, κλονισμός, κόπανος, μπήγω, ώθηση, χωμένος, σπρώξιμο, σπρώχνω, μαχαιρώνω, ώσης, ώση, ώθησης, ωθήσεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- błahość στα ελληνικά - επιπολαιότητα, inconsequence
- dyskrecja στα ελληνικά - μυστικότητα, διακριτικότητα, περίσκεψη, διάκριση, εχεμύθεια, διακριτική ευχέρεια, εξουσία εκτιμήσεως, ...
- dzieciątko στα ελληνικά - μωρό, βρέφος, γκόμενα, μωρού, το μωρό, μωρών, του μωρού
- garnitur στα ελληνικά - βολεύω, εξυπηρετώ, κοστούμι, αρμόζω, στολή, αγωγή, το παράδειγμά, ...
Τυχαίες λέξεις
Pchnięcie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τράνταγμα, κλονισμός, κόπανος, μπήγω, ώθηση, χωμένος, σπρώξιμο, σπρώχνω, μαχαιρώνω, ώσης, ώση, ώθησης, ωθήσεως
Μεταφράσεις: τράνταγμα, κλονισμός, κόπανος, μπήγω, ώθηση, χωμένος, σπρώξιμο, σπρώχνω, μαχαιρώνω, ώσης, ώση, ώθησης, ωθήσεως