Piąć στα ελληνικά

Μετάφραση: piąć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κουρούνα, κοράκι, χήνας, κόρακα, της χήνας, κορώνης
Piąć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • arogancko στα ελληνικά - αλαζονικά, αλαζονεία, υπεροπτικά, υπεροψία, αλαζονικό
  • dramaturg στα ελληνικά - θεατρικός συγγραφέας, Συγγραφέας, θεατρικό συγγραφέα, θεατρικού συγγραφέα, δραματουργός
  • dysponent στα ελληνικά - αξιωματικός, διαχειριστής, θεματοφύλακας, στέλεχος, επιμελητής, επίτροπος, διαχειριστή, ...
  • intronizować στα ελληνικά - ενθρονίζω, ενθρονίσουμε, ενθρονίσει
Τυχαίες λέξεις
Piąć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κουρούνα, κοράκι, χήνας, κόρακα, της χήνας, κορώνης