Pierwszorzędny στα ελληνικά
Μετάφραση: pierwszorzędny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θαυμάσιος, αποκλειστικότητα, άριστος, καταπληκτικός, αποκλειστικός, πρώτος, ανώτερος, σούπερ, πρωταρχικός, πρώτης κατηγορίας, πρώτης τάξεως, πρώτης τάξης, πρώτης θέσης, πρώτη θέση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- azotowanie στα ελληνικά - αζωτοποίηση, νχτροποίησης, νιτροποίησης, νιτροποίηση, της νιτροποίησης
- dygać στα ελληνικά - βαρίδι, bob, Μπομπ, ο Bob, τον Bob
- dziewczynka στα ελληνικά - κορίτσι, κοπέλα, κοριτσιού, το κορίτσι, κορίτσι που
- grog στα ελληνικά - γκρόγκ, Γκρογκ, κοπανισμένης, μεθυστικό ποτό
Τυχαίες λέξεις
Pierwszorzędny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θαυμάσιος, αποκλειστικότητα, άριστος, καταπληκτικός, αποκλειστικός, πρώτος, ανώτερος, σούπερ, πρωταρχικός, πρώτης κατηγορίας, πρώτης τάξεως, πρώτης τάξης, πρώτης θέσης, πρώτη θέση
Μεταφράσεις: θαυμάσιος, αποκλειστικότητα, άριστος, καταπληκτικός, αποκλειστικός, πρώτος, ανώτερος, σούπερ, πρωταρχικός, πρώτης κατηγορίας, πρώτης τάξεως, πρώτης τάξης, πρώτης θέσης, πρώτη θέση