Podyskutować στα ελληνικά

Μετάφραση: podyskutować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συζητώ, συζητήσει, συζητήσουν, συζητούν, να συζητήσουν, συζητήσουμε
Podyskutować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • armator στα ελληνικά - κάτοχος, κτήτορας, ιδιοκτήτης, πλοιοκτήτης, εφοπλιστής, πλοιοκτήτη, εφοπλιστή, ...
  • depolaryzacja στα ελληνικά - εκπόλωση, αποπόλωση, depolarization, αποπολώσεως, αποπόλωσης
  • identyfikacja στα ελληνικά - ταυτότητα, αναγνώριση, ταύτιση, αναγνώρισης, ταυτοποίηση, ταυτοποίησης
  • inhalator στα ελληνικά - εισπνευστήρ, εισπνευστήρα, συσκευή εισπνοής, συσκευής εισπνοής, εισπνοής
Τυχαίες λέξεις
Podyskutować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συζητώ, συζητήσει, συζητήσουν, συζητούν, να συζητήσουν, συζητήσουμε