Συζητώ στα πολωνικά
Μετάφραση: συζητώ, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
przedyskutować, podyskutować, dyskutować, omówić, roztrząsać, rozprawiać, omawiać, omówienia
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συζητώ
συζητώ στα αγγλικά, συζητώ συνώνυμα, συζητώ στα ισπανικά, συζητώ συνώνυμο, συζητώ λεξικό γλώσσας πολωνικά, συζητώ στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- συζήτηση στα πολωνικά - obmyślać, debata, dyskutować, omówienie, dyskusja, omawiać, debatować, ...
- συζητήσιμος στα πολωνικά - dyskusyjny, wątpliwy, sporny, dyskusyjne, dyskusyjna, wątpliwe
- συκοφαντία στα πολωνικά - oczernianie, oszczerstwo, zniesławienie, kalumnia, potwarz, pomówienie, szkalowanie
- συκοφαντικός στα πολωνικά - oszczerczy, sykofancki, sycophantic
Τυχαίες λέξεις
Συζητώ στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: przedyskutować, podyskutować, dyskutować, omówić, roztrząsać, rozprawiać, omawiać, omówienia
Μεταφράσεις: przedyskutować, podyskutować, dyskutować, omówić, roztrząsać, rozprawiać, omawiać, omówienia