Porozciągać στα ελληνικά
Μετάφραση: porozciągać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τράβηγμα, τραβώ, τραβήξτε, τραβήξει, τραβάτε, τραβήξετε, να τραβήξει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bazylika στα ελληνικά - βασιλική, βασιλικής, βασιλική του, τη Βασιλική, βασιλική της
- doktrynalny στα ελληνικά - δογματικός, δογματική, δογματικά, δογματικές, δογματικών
- dopilnować στα ελληνικά - βλέπω
- dławienie στα ελληνικά - ασφυξία, στραγγαλισμός, στραγγαλισμού, στραγγαλισμό, επιτάχυνσης, στραγγαλιστική
Τυχαίες λέξεις
Porozciągać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τράβηγμα, τραβώ, τραβήξτε, τραβήξει, τραβάτε, τραβήξετε, να τραβήξει
Μεταφράσεις: τράβηγμα, τραβώ, τραβήξτε, τραβήξει, τραβάτε, τραβήξετε, να τραβήξει