Posiadacz στα ελληνικά
Μετάφραση: posiadacz, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιδιοκτήτης, κτήτορας, κάτοχος, θήκη, φορέας, κομιστής, κάτοχο, κατόχου, κάτοχος της, δικαιούχου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cewienie στα ελληνικά - Διάλυση, Εκκαθάριση, περιέλιξη, περιέλιξης, εκκαθάρισης
- cywil στα ελληνικά - πολίτης, πολιτικός, μη στρατιωτικών, άμαχου, μη στρατιωτικής
- empirycznie στα ελληνικά - εμπειρικά, εμπειρικώς, εμπειρική, εμπειρικό
- hamownia στα ελληνικά - δυναμόμετρο, Dyno, η Dyno, δυναμομέτρησης, δυναμομέτρηση
Τυχαίες λέξεις
Posiadacz στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιδιοκτήτης, κτήτορας, κάτοχος, θήκη, φορέας, κομιστής, κάτοχο, κατόχου, κάτοχος της, δικαιούχου
Μεταφράσεις: ιδιοκτήτης, κτήτορας, κάτοχος, θήκη, φορέας, κομιστής, κάτοχο, κατόχου, κάτοχος της, δικαιούχου