Pospólstwo στα ελληνικά
Μετάφραση: pospólstwo, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμμορία, πλήθος, όχλος, όχλο, όχλου, κιν, mob
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bezsensowny στα ελληνικά - άσκοπος, περίγελος, χαζός, παράλογος, ανόητος, γελοίος, άσκοπη, ...
- determinacja στα ελληνικά - οδηγώ, αποφασιστικότητα, προσδιορισμός, καθορισμός, προσδιορισμό, καθορισμό
- ekolog στα ελληνικά - οικολόγος, οικολόγο, οικολογικός, ο οικολόγος, οικολόγου
- emfaza στα ελληνικά - έμφαση, σημασία, έμφασης
Τυχαίες λέξεις
Pospólstwo στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμμορία, πλήθος, όχλος, όχλο, όχλου, κιν, mob
Μεταφράσεις: συμμορία, πλήθος, όχλος, όχλο, όχλου, κιν, mob