Pospacerować στα ελληνικά
Μετάφραση: pospacerować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περπατώ, σεργιανίζω, βόλτα, περίπατος, τα πόδια, περπατήσετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- akwaforcista στα ελληνικά - χαράκτης, χαράκτη, etcher, εγκαίων με οξέα
- bark στα ελληνικά - ώμος, φλοιός, σπάλα, ώμο, ώμου, τον ώμο, ώμων
- dramat στα ελληνικά - δράμα, Δράμας, δράματος, το δράμα, Δραματική
- gumka στα ελληνικά - γόμα, λαστιχένιος, ελαστικό, ελαστική, ελαστικά, ελαστικού, ελαστικών
Τυχαίες λέξεις
Pospacerować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περπατώ, σεργιανίζω, βόλτα, περίπατος, τα πόδια, περπατήσετε
Μεταφράσεις: περπατώ, σεργιανίζω, βόλτα, περίπατος, τα πόδια, περπατήσετε