Posypać στα ελληνικά
Μετάφραση: posypać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πασπαλίζω, ραντίζω, σκόνη, πασπάλισμα, ψιχαλίζω, καταβρέχω, πασπαλίζουμε, ψεκάστε
Μεταφράσεις
- bajkowy στα ελληνικά - υπέροχος, μαγικός, απίθανος, μαγεία, μαγικό, μαγική, μαγευτική, ...
- beczkowaty στα ελληνικά - φουσκωτός, προεξογκούμενος
- czekan στα ελληνικά - αξίνα, σκαπάνη, σκαπάνη και, τσαπί
- gardłacz στα ελληνικά - όπλο με πλατύ στόμιο
Τυχαίες λέξεις
Posypać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πασπαλίζω, ραντίζω, σκόνη, πασπάλισμα, ψιχαλίζω, καταβρέχω, πασπαλίζουμε, ψεκάστε
Μεταφράσεις: πασπαλίζω, ραντίζω, σκόνη, πασπάλισμα, ψιχαλίζω, καταβρέχω, πασπαλίζουμε, ψεκάστε