Potrzebowanie στα ελληνικά

Μετάφραση: potrzebowanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζητώ, απαιτώ, ζήτηση, απαίτηση, Χρειάζονταν, Χρειαζόταν, Έπρεπε, Χρειάστηκαν, που χρειάζονταν
Potrzebowanie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bezcześcić στα ελληνικά - οργή, προσβολή, προπηλακίζω, βέβηλος, βέβηλο, βλάσφημο, βέβηλη, ...
  • blenda στα ελληνικά - διάφραγμα, διαφράγματος, του διαφράγματος, το διάφραγμα, μεμβράνη
  • deputowany στα ελληνικά - αναπληρωτής, αναπληρωτή, ο αναπληρωτής, αντιπρόεδρος, αναπληρωτών
  • ewentualność στα ελληνικά - ενδεχόμενο, σοκολάτα, πιθανός, εφικτός, το ενδεχόμενο, ενδεχόμενο αυτό, ενδεχομένου
Τυχαίες λέξεις
Potrzebowanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζητώ, απαιτώ, ζήτηση, απαίτηση, Χρειάζονταν, Χρειαζόταν, Έπρεπε, Χρειάστηκαν, που χρειάζονταν