Potulność στα ελληνικά

Μετάφραση: potulność, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταπεινοφροσύνη, ευκατέργαστο, docility, υπάκουει, ευπείθεια, πραότητά
Potulność στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bogactwo στα ελληνικά - πλούτη, ποικιλία, ευτυχία, πλούτος, πλούτου, πλούτο, τον πλούτο, ...
  • charakterystyczny στα ελληνικά - ξεχωριστός, τυπικός, χαρακτηριστικός, χαρακτηριστικό γνώρισμα, χαρακτηριστικό, χαρακτηριστική, χαρακτηριστικά
  • dożywotnik στα ελληνικά - έχων ετήσιον εισόδημα, έχων ετήσιον, τον έχων ετήσιον εισόδημα, έχων ετήσιον εισόδημα των
  • dusznica στα ελληνικά - άσθμα, άσθματος, το άσθμα, του άσθματος
Τυχαίες λέξεις
Potulność στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταπεινοφροσύνη, ευκατέργαστο, docility, υπάκουει, ευπείθεια, πραότητά