Pozyskać στα ελληνικά

Μετάφραση: pozyskać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απολαβή, νίκη, Κέρδισε, Win, Κέρδισε τις, κερδίζει
Pozyskać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • atypowy στα ελληνικά - άτυπος, άτυπα, άτυπη, άτυπες, άτυπων
  • bezżenny στα ελληνικά - άγαμος, άγαμα, άγαμων, ανύπαντρα, άγαμο
  • bulgotanie στα ελληνικά - γουργούρισμα, κελάρυσμα, γουργουρητό, κελαρύζει, κελαρύζω
  • getto στα ελληνικά - γκέττο, γκέτο, γκέτο της, του γκέτο
Τυχαίες λέξεις
Pozyskać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απολαβή, νίκη, Κέρδισε, Win, Κέρδισε τις, κερδίζει