Praktycznie στα ελληνικά

Μετάφραση: praktycznie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχεδόν, ουσιαστικά, πρακτικά, πράξη, πρακτικώς
Praktycznie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • akant στα ελληνικά - ακανθίτης, άκανθας, ακάνθου, άκανθο
  • bezimiennie στα ελληνικά - ανώνυμα, ανωνύμως, ανωνυμία, ανώνυμη
  • dopełnieniowy στα ελληνικά - αντικειμενικός
  • falisty στα ελληνικά - σπαστός, κυματιστή, κυματιστές, κυματοειδής, κυματιστό, ορεινή
Τυχαίες λέξεις
Praktycznie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχεδόν, ουσιαστικά, πρακτικά, πράξη, πρακτικώς