Prawy στα ελληνικά
Μετάφραση: prawy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δοκάρι, ηθικολόγος, δεξιός, δικαίωμα, ενάρετος, τίμιος, σωστός, δίκαιος, ηθικός, ξανθός, νόμιμος, όρθιος, έντιμος, πανηγύρι, δεξιά, δικαιώματος, σωστά, το δικαίωμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- buława στα ελληνικά - σκυτάλη, ρόπαλο, σκήπτρο, περιβλήματα μοσχοκάρυδων, αμώμων, καρποί αμώμων
- dogrzać στα ελληνικά - καίω, ζεσταίνω, θερμαίνω, ζέστη, καψαλίζω, ζεστός, θερμός, ...
- dziwacznie στα ελληνικά - παράδοξα, παραδόξως, περίεργο, παράξενα, περιέργως
- intelektualnie στα ελληνικά - διανοητικά, πνευματικά, πνευματική, διανοητικώς, νοητικά
Τυχαίες λέξεις
Prawy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δοκάρι, ηθικολόγος, δεξιός, δικαίωμα, ενάρετος, τίμιος, σωστός, δίκαιος, ηθικός, ξανθός, νόμιμος, όρθιος, έντιμος, πανηγύρι, δεξιά, δικαιώματος, σωστά, το δικαίωμα
Μεταφράσεις: δοκάρι, ηθικολόγος, δεξιός, δικαίωμα, ενάρετος, τίμιος, σωστός, δίκαιος, ηθικός, ξανθός, νόμιμος, όρθιος, έντιμος, πανηγύρι, δεξιά, δικαιώματος, σωστά, το δικαίωμα