Ηθικολόγος στα πολωνικά
Μετάφραση: ηθικολόγος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
słuszny, sprawiedliwy, rzetelny, bogobojny, prawy, moralista, moralistą, moralist, moralisty
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ηθικολόγος
ηθικολόγος λεξικό γλώσσας πολωνικά, ηθικολόγος στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ηδύφωνος στα πολωνικά - miodopłynny, słodki, idyfonos
- ηθική στα πολωνικά - etyka, etyk, etyki, etykę, etyką, Ethics
- ηθικός στα πολωνικά - obyczajny, bogobojny, moralność, morał, etyczny, obyczajowy, słuszny, ...
- ηλίθιος στα πολωνικά - ośli, głupi, idiotyczny, idiota, kretyn, idiotą, idioto
Τυχαίες λέξεις
Ηθικολόγος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: słuszny, sprawiedliwy, rzetelny, bogobojny, prawy, moralista, moralistą, moralist, moralisty
Μεταφράσεις: słuszny, sprawiedliwy, rzetelny, bogobojny, prawy, moralista, moralistą, moralist, moralisty