Problem στα ελληνικά
Μετάφραση: problem, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δυσχέρεια, πρόβλημα, δυσκολία, προβλήματος, το πρόβλημα, ζήτημα, το ζήτημα
Μεταφράσεις
- antyseptyk στα ελληνικά - αντισηπτικό, αντισηπτικές, αντισηπτική, αντισηπτικά, αντισηπτικού
- chytry στα ελληνικά - ύπουλος, ευφυής, πανέξυπνος, τετραπέρατος, μισθοφόρος, πανουργία, μισθοφορικός, ...
- etnografia στα ελληνικά - εθνογραφία, εθνογραφίας, η εθνογραφία, την εθνογραφία, ηθογραφία
- gasić στα ελληνικά - πνίγω, σκοτώνω, σβήνω, κατάσβεση, σβήσει, σβήσουν, την κατάσβεση, ...
Τυχαίες λέξεις
Problem στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δυσχέρεια, πρόβλημα, δυσκολία, προβλήματος, το πρόβλημα, ζήτημα, το ζήτημα
Μεταφράσεις: δυσχέρεια, πρόβλημα, δυσκολία, προβλήματος, το πρόβλημα, ζήτημα, το ζήτημα