Przeczyszczać στα ελληνικά

Μετάφραση: przeczyszczać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκκαθαρίζω, εκκενώνω
Przeczyszczać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dalekomierz στα ελληνικά - Telemeter
  • doliczać στα ελληνικά - ηχογραφώ, προσθέτω, καταγράφω, δίσκος, ρεκόρ, υπερφόρτιση, υπερφορτίζω, ...
  • dominik στα ελληνικά - Dominik, Ο Dominik, τον Dominik, του Dominik, στον Dominik
  • fosforyczny στα ελληνικά - φωσφορίζων, φωσφορίζοντα, φωσφορίζουσα, φωσφοριζόντων, φωσφορίζουσες
Τυχαίες λέξεις
Przeczyszczać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκκαθαρίζω, εκκενώνω